- Λασιθίου, νομός
- Διοικητική διαίρεση (1.818 τ. χλμ., 76.319 κάτ.) της περιφέρειας Κρήτης, που περιλαμβάνει το ανατολικό άκρο της νήσου. Βρέχεται στα Β από το Κρητικό πέλαγος, στα Α από το Καρπάθιο, στα Ν από το Λιβυκό και στα Δ συνορεύει με τον νομό Ηρακλείου. Πρωτεύουσα είναι ο Άγιος Νικόλαος (10.080 κάτ.).
Διοικητικά, ο νομός αποτελείται από τους δήμους Αγίου Νικολάου, Ιεράπετρας, Ιτάνου, Λεύκης, Μακρύ Γιαλού, Νεάπολης, Οροπεδίου Λασιθίου και Σητείας.
Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Το ανάγλυφο του ν.Λ. παρουσιάζει μεγαλύτερη έξαρση στο δυτικό τμήμα, όπου βρίσκεται ο πολυκόρυφος όγκος της Δίκτης, χαρακτηριζόμενος από βυθίσματα και οροπέδια. Το κυριότερο από αυτά είναι του Λασιθίου, που χαρακτηρίζεται από τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ανεμόμυλων της Ελλάδας. Πρόκειται για μία ψηλή καρστική λεκάνη, σχηματισμένη από την κυκλική διάταξη των κυριότερων κορυφών και προεκτάσεων της Δίκτης. Η Δίκτη χαμηλώνει προχωρώντας προς τα Α και απολήγει στον ισθμό της Ιεράπετρας, που αποτελεί το στενότερο σημείο της Κρήτης. Στα Α του ισθμού υψώνονται τα βουνά Θρυπτής (1.476 μ.), τα οποία προεκτείνονται ΒΑ στο Ορνό (1.237 μ.). Ο ορεινός αυτός όγκος χωρίζεται με ρήγμα κατεύθυνσης Α-Δ από τα βουνά της Σητείας (Πρινιάς 803 μ., Βίγλα Ζάκρου 711 μ., Πλάγια 819 μ.), χαμηλές προεκτάσεις των οποίων φτάνουν μέχρι τη θάλασσα. Δεν υπάρχουν πεδιάδες στον ν.Λ. Πεδινές και λοφώδεις περιοχές είναι αυτές της Παχειάς Άμμου, που συνεχίζει προς την Ιεράπετρα και την παραλία της· της Μιλάτου, ΒΔ της Νεάπολης· του Αγίου Νικολάου· η χαμηλή περιοχή της Σητείας και η μικρή κοιλάδα της Νεάπολης.
Ο ν.Λ. δεν διαθέτει ποταμούς, παρά μόνο χειμάρρους: ο Αλμυρός εκβάλλει στον κόλπο της Σητείας, ο Στόμιος ή Παντελής κοντά στον Άγιο Νικόλαο και ο Ανταρουνίτης στο Λιβυκό πέλαγος.
Το κλίμα του ν.Λ., όπως και όλης της Κρήτης, είναι εύκρατο και ορεινού τύπου στις περιοχές με μεγάλο υψόμετρο. Οι βροχές είναι λιγότερες από την υπόλοιπη Κρήτη, η νέφωση μεγαλύτερη και οι άνεμοι περισσότεροι, με αποτέλεσμα η περιοχή να είναι μία από τις πιο ανεμώδεις της χώρας.
Οικονομία. Ο ν.Λ. είναι ο τρίτος σε έκταση από τους τέσσερις νομούς της Κρήτης. Κύριο χαρακτηριστικό του, το οποίο και έχει επιδράσει στη διαμόρφωση της οικονομικής του διάρθρωσης, είναι η έλλειψη ενός σημαντικού αστικού κέντρου. Το γεγονός αυτό οδήγησε αφενός στη μεγαλύτερη εξάρτησή του από το σημαντικότερο αστικό, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο της Κρήτης (το Ηράκλειο) και αφετέρου στην ανάπτυξη τεσσάρων αξιόλογων κωμοπόλεων: της ολοένα αναπτυσσόμενης πρωτεύουσας, Αγίου Νικολάου· της Ιεράπετρας, που είναι ο μεγαλύτερος οικισμός της Κρήτης στο Λιβυκό πέλαγος, της Σητείας και της Νεάπολης. Εξάλλου, η έλλειψη ενός ισχυρού αστικού κέντρου προσδίδει στην οικονομία του ν.Λ. πιο έντονο αγροτικό χαρακτήρα, με το πλεόνασμα του εργατικού δυναμικού να μεταναστεύει κυρίως στο Ηράκλειο και στην περιφέρεια Αθηνών-Πειραιώς, ενώ η μετανάστευση προς το εξωτερικό είναι σχετικά χαμηλή. Η μέση πυκνότητα πληθυσμού του νομού είναι περίπου 42 κάτ. ανά τ. χλμ. (2001).
Στον ν.Λ., όπως άλλωστε και σε ολόκληρη την Κρήτη, επικρατεί η ελαιοκαλλιέργεια, αν και υπάρχει σημαντική παραγωγή οπωροκηπευτικών, σουλτανίνας, εσπεριδοειδών, χαρουπιών, κτηνοτροφικών προϊόντων κ.ά. Στο νότιο τμήμα του νομού (στην περιοχή Ιεράπετρας και σε μια παράκτια ζώνη) επικρατούν εξαιρετικά ευνοϊκές κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες για καλλιέργεια πρώιμων και όψιμων κηπευτικών, αν και η έλλειψη νερού αποτελεί εμπόδιο στην απρόσκοπτη ανάπτυξη της παραγωγής. Η παραγωγή πρώιμων κηπευτικών (κυρίως ντομάτας) είχε αρχίσει στην περιοχή Ιεράπετρας πριν από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η άποψη των ειδικών είναι ότι στην περιοχή Ιεράπετρας υπάρχουν δυνατότητες επέκτασης της καλλιέργειας πρώιμων κηπευτικών σε θερμοκήπια και στην ύπαιθρο, τόσο για την εσωτερική αγορά όσο και για εξαγωγή.
Ο τουρισμός αποτελεί ολοένα αναπτυσσόμενη πηγή εσόδων, ειδικότερα στις παραθαλάσσιες περιοχές (Άγιος Νικόλαος κ.ά.) του βόρειου τμήματος και του τμήματος που βρέχεται από το Λιβυκό πέλαγος. Οι εγκαταστάσεις στην περιοχή της Ελούντας είναι υψηλού επιπέδου.
Ιστορία. Τα παλαιότερα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή που καλύπτει ο σημερινός ν.Λ. ανάγονται στην πρώιμη νεολιθική εποχή. Το σπήλαιο της Τράπεζας στη βόρεια πλευρά του οροπεδίου του Λασιθίου αποτελεί μία από τις διαπιστωμένες νεολιθικές θέσεις και κατοικήθηκε για μακρό διάστημα, αρκετό ώστε να επιτρέψει στους κατοίκους του να αναπτύξουν δικό τους τύπο κεραμικής.
Κατά τη μέση νεολιθική εποχή χτίστηκαν οικήματα από ακατέργαστη λιθοδομία. Εκτεταμένα λείψανα τέτοιων οικημάτων σώζονται στην τοποθεσία Μαγκασάς της περιοχής Σητείας. Οι τάφοι εκεί αποτελούσαν μικρογραφία των οικημάτων. Στον λόφο Κάστελλος, στα Α του οικισμού Τζερμιάδο, βρέθηκαν για πρώτη φορά στην Κρήτη νεολιθικοί τάφοι του είδους αυτού. Τα αγγεία στιλβώνονταν και είχαν εγχάρακτη διακόσμηση. Εμφανίστηκαν τα πρώτα ειδώλια που απεικόνιζαν στεατοπυγικές (παχύσαρκες) γυναικείες μορφές καθώς και πήλινα αναθηματικά ζωόμορφα ειδώλια. Η κεραμική της ύστερης νεολιθικής περιόδου χαρακτηρίζεται από τη δίχρωμη επιφάνεια των αγγείων, ως αποτέλεσμα της κακής όπτησης (Τράπεζα).
Κατά τα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. νέα φυλετικά στοιχεία εισχώρησαν στα παράλια μέρη της περιοχής, προερχόμενα είτε από το Δέλτα του Νείλου είτε –το πιθανότερο– από τη Μικρά Ασία. Με την εισαγωγή του χαλκού εγκαινιάστηκε νέος τρόπος ζωής και δημιουργήθηκε μια πρωτότυπη και εξαιρετικά εξελιγμένη τέχνη. Η περίοδος αυτή ονομάστηκε προανακτορική (2600-1900 π.Χ.) και αποτελεί τμήμα της υπονεολιθικής περιόδου, αλλά εμπεριέχει σε σπερματική μορφή τα στοιχεία που αργότερα χαρακτήρισαν τον μινωικό πολιτισμό.
Η μεταβατική αυτή φάση ακολουθήθηκε από μια ξαφνική άνθηση του πολιτισμού στην περιοχή. Η δεύτερη προανακτορική φάση αποκαλύφθηκε από τις ανασκαφές στη Βασιλική και στη Μύρτο Ιεράπετρας: στη Βασιλική χτίστηκε μεγάλο κτίριο με δύο πτέρυγες, πλακόστρωτη αυλή, διαδρόμους, διαμερίσματα, εργαστήρια και αποθήκες· στη Μύρτο κατασκευάστηκε οικισμός με αμφιθεατρική διάταξη, αποτελούμενος από δύο συγκροτήματα με λιθόκτιστα και πλινθόκτιστα διαμερίσματα. Τα αγγεία της περιόδου είναι ακόσμητα και έχουν ανομοιόμορφη (κηλιδωτή) κοκκινόμαυρη επιφάνεια λόγω της οξειδωτικής όπτησης (ρυθμός Βασιλικής). Τα σχήματα είναι ως επί το πλείστον κλειστά και φανερώνουν τάσεις πειραματισμού, κυρίως στον σχηματισμό της προχοής. Η εξειδίκευση αποδεικνύεται από τη διακοσμημένη πρόχου με προτομή θεότητας που βρέθηκε στο ιερό κορυφής της Μύρτου. Η χρυσοχοΐα αντιπροσωπεύεται από θαυμάσιες συλλογές κοσμημάτων που βρέθηκαν στη νεκρόπολη του Μόχλου. Εξίσου αξιόλογη ήταν η λιθοτεχνία και η σφραγιδογλυφία.
Η μετάβαση στην τρίτη προανακτορική φάση υπήρξε ομαλή, αλλά με ορισμένες ανακατατάξεις. Τα κτίρια απέκτησαν απλούστερες μορφές: στη Ζάκρο, στο Παλαίκαστρο και στους Τουρτούλους εγκαταλείφθηκαν τα μεγάλα ταφικά περιφράγματα και αντικαταστάθηκαν από μικρότερα και πιο οργανωμένα συμπλέγματα· στο Σουβλωτό Μουρί, κοντά στο Χαμέζι, βρέθηκε ένα οργανωμένο κτίριο, πιθανότατα ιερό κορυφής. Η χρήση του κεραμικού τροχού διαπιστώθηκε στη Μύρτο. Η εύρεση τετράτροχου αμαξιού στο Παλαίκαστρο Σητείας βεβαιώνει τη διαμόρφωση δρόμων κατάλληλων για μικρά τροχήλατα οχήματα.
Κατά την παλαιοανακτορική περίοδο (1900-1700 π.Χ.) εγκαινιάστηκε στην περιοχή η λατρεία της Ορείας Μητέρας, η οποία αποτελούσε μία μορφή της Πότνιας Θηρών. Οι κορυφές απόκρημνων βουνών, όπως ο Πετσοφάς και ο Τραόσταλος, ήταν οι καταλληλότεροι τόποι για τη λατρεία της θεότητας· έτσι εξηγούνται και τα σημαντικά λατρευτικά κέντρα που αποκάλυψε η ανασκαφική έρευνα. Η εξέλιξη της μεταλλοτεχνίας αποδεικνύεται από την εύρεση διπλών πελέκεων καθημερινής χρήσης στο Χαμέζι και αναθηματικής στο Παλαίκαστρο. Η αρχιτεκτονική, η κεραμική και η σφραγιδογλυφία εμφάνιζαν διαρκή πρόοδο· ενδεικτικά, αναφέρονται τα πήλινα ρυτά σε σχήμα ταύρου που βρέθηκαν στους τάφους του Μόχλου. Όσον αφορά τα ταφικά έθιμα, η χρήση του θολωτού τάφου συνεχίστηκε σε μικρή κλίμακα. Στο Παλαίκαστρο και στον Μόχλο διαπιστώθηκε η χρήση οστεοφυλακίων, ενώ στην Παχυάμμο γίνονταν μεμονωμένες ταφές μέσα σε λάρνακες.
Η καταστροφή του 1700 π.Χ. δεν επέφερε διακοπή του πολιτισμού στην περιοχή. Οι ζημιές επανορθώθηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα και ο μινωικός βίος εισήλθε σε περίοδο μεγαλύτερης ακμής (νεοανακτορική περίοδος). Οικοδομήθηκαν νέοι οικισμοί, ανάκτορα, μέγαρα, πολυτελείς αγροικίες και δημιουργήθηκαν σπουδαίες ναυτικές βάσεις. Στα Γουρνιά, πάνω σε έναν μικρό λόφο κοντά στην παραλία, οικοδομήθηκε ένας αξιόλογος οικισμός με στενούς δρομίσκους και μικρά σπίτια, στα οποία κατοικούσαν καλλιεργητές, ψαράδες, ναυτικοί και βιοτέχνες· εξίσου σημαντικός ήταν και ο οικισμός στη νησίδα Ψείρα. Στην περιοχή Παλαικάστρου βρέθηκαν μεγάλα και πλούσια οικήματα, ενώ στην Πλάτη και στα Γουρνιά χτίστηκαν μεγάλα κτίρια, που δίνουν την εντύπωση ανακτόρων, αλλά αποτελούσαν ενδιαιτήματα τοπαρχών. Άλλα οικήματα τοπαρχών ή αγροικίες ανακαλύφθηκαν στη Σητεία, στη Ζου, στα Αχλάδια, στον Προφήτη Ηλία και στον Άγιο Κωνσταντίνο της περιοχής Πραισού και στην Επάνω Ζάκρο. Στο ανατολικότερο άκρο του νομού, στον μικρό κόλπο της Κάτω Ζάκρου, χτίστηκε το τέταρτο μείζον ανάκτορο της Κρήτης. Δημιουργήθηκαν μινωικές ναυτικές βάσεις στην Ιεράπετρα, στον Μακρύ Γιαλό, στη Ζάκρο, στο Παλαίκαστρο και στον Μόχλο εξασφαλίζοντας τόσο τη σύνδεση με την Ανατολή και την Αίγυπτο όσο και την εδραίωση της μινωικής θαλασσοκρατίας.
Η καταστροφές που συνέβησαν περίπου το 1450 π.Χ. έπληξαν την περιοχή, της οποίας η ακτινοβολία περιορίστηκε στο ελάχιστο. Οι Αχαιοί ανέλαβαν την κυριαρχία εκεί. Δείγματα του πολιτισμού που αναπτύχθηκε κάτω από τις νέες συνθήκες αποτελούν οι οικίες που βρίσκονται στο Παλαίκαστρο, στη Ζάκρο και στα Γουρνιά· κυκλικοί θολωτοί τάφοι χτίστηκαν στους Αγίους Θεοδώρους Ιεράπετρας, στα Αχλάδια και στα Σφακιά Σητείας· θαλαμοειδείς στην Επισκοπή Ιεράπετρας, στη Μίλατο, στα Γουρνιά, στη Μυρσίνη και στο Παλαίκαστρο.
Περίπου το 1100 π.Χ. δωρικά φύλα εισέβαλαν στην περιοχή και έθεσαν τέρμα στον παλιό πολιτισμό· ένα τμήμα του προϋπάρχοντος πληθυσμού κατέφυγε στην περιοχή της Πραισού και διατήρησε για αρκετό καιρό τη γλώσσα και τον πολιτισμό του. Μια νέα άνθηση παρουσιάστηκε κατά τη γεωμετρική περίοδο με τις εξής πόλεις: Άμπελος, Δραγμός, Δρήρος, Ητεία, Ιεράπυτνα, Λατώ, Μινώα, Ολούς, Πραισός, Στάλες, Σύρινθος, Ώλερος. Στην περιοχή της Δραγμού υπήρχε το περίφημο ιερό του Δικταίου Δία.
Κατά τους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους οι έριδες μεταξύ των πόλεων της περιοχής κατέληγαν σε καταστρεπτικούς πολέμους· για παράδειγμα, η Πραισός ισοπεδώθηκε το 145 π.Χ. από τους Ιεραπυτνίους. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση η περιοχή συνέδεσε τη μοίρα της με αυτήν του υπόλοιπου νησιού. Το 66 π.Χ. έπεσε το τελευταίο οχυρό της Κρήτης, η Ιεράπυτνα. Το 395 μ.Χ. η περιοχή αποτέλεσε τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, το 824 κατακτήθηκε από τους Σαρακηνούς, από τους οποίους απελευθερώθηκε το 961 με την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά. Η βυζαντινή κυριαρχία αντικαταστάθηκε από την ενετική (1204-1645). Για να εξασφαλίσουν τις κατακτήσεις τους, οι Ενετοί ανακατασκεύασαν το κάστρο της Σητείας που είχε καταστραφεί από σεισμό και έχτισαν νέα φρούρια στα παράλια και στο εσωτερικό: στα Κρυά, στη Βόιλα, στο Λιόπετρο, στον Άγιο Νικόλαο, στην Ιεράπετρα και στη Σπιναλόγκα· το τελευταίο παρέμεινε υπό τον έλεγχό τους ακόμα και μετά την τελική κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους (1669), μαζί με τη Σούδα και τη Γραμβούσα. Η τουρκοκρατία (1645-1897) υπήρξε τόσο σκληρή όσο και για την υπόλοιπη Κρήτη. Σημαντική ήταν η συμβολή –με το ανάλογο τίμημα– της περιοχής στην Επανάσταση του 1821. Στην επανάσταση της περιόδου 1866-69, το οροπέδιο του Λασιθίου αποτέλεσε το φρούριο της κεντρικής και ανατολικής Κρήτης. Το 1897 ξέσπασε νέα επανάσταση με επίκεντρο την περιοχή Σητείας. Ακολούθησε η περίοδος της αυτονομίας και την 1η Δεκεμβρίου 1913 η περιοχή, όπως και όλη η Κρήτη, ενώθηκε με την Ελλάδα.
Το λιμάνι της Ιεράπετρας, στον νομό Λασιθίου.
Οι καλλιέργειες σε θερμοκήπια, (ντομάτες, αγγούρια, λουλούδια κ.ά.) έχουν αναπτυχθεί ιδιαίτερα στον νομό Λασιθίου· εξαιτίας του ζεστού κλίματος, η δαπάνη θέρμανσης για την προστασία από τον παγετό είναι πάρα πολύ χαμηλή.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Ζάκρου, στον νομό Λασιθίου.
Το οροπέδιο του Λασιθίου είναι εύφορο και πυκνοκατοικημένο και έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ανεμόμυλων σε όλη την Ελλάδα.
Dictionary of Greek. 2013.